Αυτή η φετινή χρονιά υπήρξε σε πολλά επίπεδα σιωπηλή. Και έτσι όπως, πριν λίγα, πιο ζωηρά, χρόνια, ξεκινούσε μια αναδρομή στη χρονιά που πέρασε με τον εκωφαντικό χαμό της Πίνα Μπάους, έτσι φέτος, αυτή η αναδρομή ξεκινάει μέσα στη σιωπή, για έναν βαθύ και θαυμάσιο δικό μας καλλιτέχνη, που έφυγε και αυτός. Μιλάμε, βέβαια, για τον Βίκο Ναχμία που με τις Στροφοδίνες του (παρουσιάστηκαν στο Φεστιβάλ Αθηνών), παράσταση βασισμένη στην τεχνική περιδίνησης των δερβίσιδων, προσπαθούσε να αναβιώσει την «αυθόρμητη εμπειρία στροβιλισμού που έχει σχεδόν κάθε παιδί και βοηθάει στην παραγωγή ενδορφίνων, γνωστών και ως Οι ορμόνες της Ευτυχίας» .
Ξεκινώντας με αυτήν την επικήδεια αναφορά, θα επικεντρωθούμε στην επίμονη παρουσία του χορού και φέτος, παρά τη σιωπηλή απομάκρυνση των θεσμών από την στήριξη της τέχνης, στο επίπεδο του μεγάλου πλήθους των θεατών, της καλλιτεχνικής πολυφωνίας αλλά και της τεράστιας οικονομικής ψαλίδας στο επίπεδο της παραγωγής, που άφησε πολλούς Έλληνες καλλιτέχνες αδρανείς, και άλλους συστηματικά (sic) παρόντες.
Αναπολώντας μια προηγούμενη ζωή
Πολλές στοχαστικές, απολογιστικές ή εξομολογητικές παραστάσεις παρουσιάστηκαν στα μεγλα φεστιβάλ του χορού στη χώρα μας, δίνοντας έναν μελαγχολικό τόνο στην γενική εικόνα των επιλογών ρεπερτορίου.
Την τελευταία υπόκλιση της Συλβί Γκιλλέμ, ύστερα από 35 χρόνια διαδρομής στη χορευτική σκηνή, χειροκρότησε μια πάθος το κοινό του Ηρωδείου την χρονιά που πέρασε. Η παράσταση Life in Progress (Φεστιβάλ Αθηνών), με χορογραφίες των Άκραμ Καν, Ουίλλιαμ Φόρσαϊθ, Ράσσελ Μάλιφαντ, έκλεισε με την χορογραφία του Ματς Εκ με τίτλο Bye, έναν συγκινητικό αντικατοπτρισμό της Γκιγιέμ, μέσα από τα ματιά του χρόνου αλλά και μέσα από τα μάτια του κοινού, μέσα από τις διαστάσεις της σκηνής και της πραγματικής ζωής, έτσι που η θηριώδης αυτή μορφή του σύγχρονου χορού αποχώρησε μέσα από τον κόσμο, κρατώντας την ανθρώπινη διάσταση ζωντανότερη, από αυτή του θρύλου της.
Συγκλονιστικό το σόλο του Νταβίντ Μαμπούς σε χορογραφία της αγαπημένης του ελληνικού κοινού Μαγκύ Μαρέν, που, στο Singspiele (Φ.Α.), παρουσίασε την ποικιλία της ανθρώπινης ιδιοσυγκρασίας, μέσα από άπειρες επιλογές ταυτότητας και συμπεριφοράς. Ενσαρκώνοντας τον άνδρα, τη γυναίκα, το παιδί, τον έφηβο, επώνυμους και μη, μακριά από τις λέξεις, με εργαλείο το ανθρώπινο σώμα, την οπτική κουλτούρα και την κοινωνική συμπεριφορά των στερεοτύπων, και πρωτίστως το πρόσωπο, αποστασιοποιημένο με φωτογραφίες/μάσκες δεκάδων διαφορετικών κάθε φορά ανθρώπων, συγκέντρωσε το βλέμμα των θεατών στο βλέμμα του Άλλου, σε μια γενναιόδωρη κατάθεση για την ανθρώπινη κατάσταση.
Η ανθρώπινη κατάσταση αναδείχθηκε και στην παράσταση Torobaka (Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών), μια συνεργασία των Ισραέλ Γκαλβάν και Άκραμ Καν, στην οποία επικοινώνησαν στη σκηνή τις διαφορετικές τεχνικές τους, το κατάκ και το φλαμένκο, δημιουργώντας μια χορευτική αφήγηση που συνέδεσε τη μακρινή καταγωγή των δύο χορών, με χτυπήματα στο έδαφος, κυκλικές κινήσεις των χεριών, αλλαγές ρυθμών και μουσική που παράγεται από το ίδιο το σώμα του χορευτή, σε κραδασμούς που σπάνε τα καλούπια των πολιτισμών, όπου τα δύο σώματα, διατηρώντας τη γλώσσα τους, γίνονται ένα, αποδεικνύοντας τη δυνατότητα συμβίωσης στον εχθρικό μας πλανήτη.