500 λέξεις για την παράσταση του έργου του Λόρδου Βύρωνα, Κάιν: ένα μυστήριο ή Οι ωκεανοί των άστρων. Με αφορμή την Εθνική Επέτειο.

Στην Ελλάδα γνωρίζουμε τον Λόρδο Βύρωνα πολύ καλά. Είναι αυτός που πέθανε στα 36 του στο Μεσολόγγι, αφού χάρισε ένα μεγάλο τμήμα της περιουσίας του στον ελληνικό αγώνα της Ανεξαρτησίας, που προσπάθησε να δημιουργήσει οργανωμένο στρατό, όργωσε την ελληνική επικράτεια έφιππος και πέθανε αντιηρωικά, με την ελονοσία να του καεί τα σπλάχνα, σε ένα ιδρωμένο κρεβάτι.
Ο Βύρωνας: ένας σούπερ σταρ μιας εποχής, όπου ο ποιητής ήταν αυτός που θα μπορούσε να αλλάξει τον κόσμο. Γιατί ο ποιητής, Αυτός είναι που ατενίζει τον κόσμο, αυτός εντάσσεται μέσα στα μυστήρια του μέλλοντος.

Είναι ακριβώς 1821 όταν ο Λόρδος Βύρωνας συγγράφει το θεατρικό του έργο Κάιν. Ο υπερσεξουαλικός δανδής, με αρσενική στάμινα και θηλυκή ψυχή, με ισχυρές αντρικές φιλίες και θανάσιμους εχθρούς, κατακτήσεις που θα ζήλευε ο Δον Ζουάν, αλλά και αμφιφυλόφιλος μέσα σε υγρές στοές, σκεπτικιστής ωστόσο βαθύτατα πιστός, γεννημένος Σκωτσέζος αλλά και ο γνωστότερος Αγγλος του 19ου αιώνα, ηδονιστής αλλά ερημίτης, αξιοθέατο της μόδας της εποχής αλλά και ερμητικά κλειστό ρομαντικό σύμβολο, γράφει τον Κάιν μέσα σε αυτήν την προσωπική αναζήτηση της αντίθεσης, που μοιάζει σχεδόν με παραλήρημα.

Ο Βυρωνικός Κάιν, ο αδελφοκτόνος της Βίβλου, είναι αυτός που «προορίστηκε» από την ανθρώπινη μοίρα για να κατευθυνθεί στη γνώση. Ο που ταξίδεψε μέσα στο χρόνο, μέσα στον αιθέρα, εκεί που «τόση ομορφιά δεν θα ξαναδούμε σε αυτόν τον κόσμο», (όπως τον θαύμασε ο Γκαίτε την ίδια χρονιά που τελείωνε τον Φάουστ), σε μια υπαρξιακή ανίχνευση στην ανθρώπινη κατάσταση… πολύ μακρύτερα από τον απαγορευμένο καρπό, μέσα στη μεταφυσική περιήγηση στο σύμπαν, στο φάντασμα του κόσμου, στους ωκεανούς των άστρων.

Ο λόρδος Βύρωνας είχε εκείνη την περίοδο δει τα αστέρια μέσα από το τηλεσκόπιο, όμοιο με αυτό που έχουμε ακόμα στο αστεροσκοπείο της Αθήνας. Αυτός ο λόρδος είχε σπαταλήσει την περιουσία του στα απότομα βουνά της Ελβετίας, στους μυστηριακούς κόσμους των λιμνών του βορά, στα κάστρα της Ιλλυρίας μέσα στην αυλή του Αλή Πασά, στις γόνδολες και μέσα στα πλούσια φορέματα των κυριών της Βενετίας, είχε διασχίσει κολυμπώντας τον Ελλήσποντο, είχε με το βλέμμα του χαϊδέψει τα ελληνικά ερείπια, είχε ηδονιστεί μέσα στα σερμπέτια και τα απαγορευμένα χαμάμ της Πόλης, είχε έρθει στο φως μέσα από τα σκοτάδια και μπορούσε πια να γυρίσει όποτε θέλει εκεί. Ο ποιητής, όπως και ο ήρωας Κάιν, ήξεραν πια τα μέτρα αυτού του κόσμου και ήταν αυτή η γνώση που μπορεί να φέρει και τα άλλα… τα αναπάντεχα.

Αυτό το Πνευματικό Θέατρο που τόσο πόθησε ο Βύρωνας έγινε ένα αληθινό κομμάτι εμπειρίας για τους θεατές από την Μάρθα Φριντζήλα. Στο Αστεροσκοπείο, με τον Μαρτιάτικο αέρα να τρίζει πάνω στα ξύλα της οροφής του θόλου, με τον Εωσφόρο να κουρδίζει, -σαν την κιθάρα που έπαιζε ο συνθέτης Βασίλης Μαντζούκης-, την σκέψη για να πλησιάσει τη γνώση, να υλοποιεί μια υπόσχεση εμπειρίας, που από μόνη της είναι ηδονή. Ο φαουστικός Κάιν, με την αποκάλυψη αποτυπωμένη στα μάτια του εκπληκτικού ηθοποιού Μιχάλη Πανάδη, εισάγεται σε έναν κόσμο τεράστιο, που κινείται και κινεί τα πάντα, που προβάλει μια ανθρωπότητα τόσο παλιά που θα μπορούσε να υπάρχει μόνο στο μέλλον. Είναι ήδη ντυμένος με ρεντικότητα. Η απλή βιβλική φορεσιά και η στωική συμπεριφορά και τα χέρια της γης -που τόσο αρρενωπά προέτεινε στη σκηνή ο Γιόκο Κοτίδης, ως αδελφός του ΄Αβελ- είναι το υπόλοιπο αμάρτημα της ανθρωπότητας: η επιμονή στην άγνοια.

Είναι η απλότητα ή η γνώση; Η τελετουργία ή η αμφισβήτηση; Η γη ή τα αστέρια;

Όμως όταν φτάσεις στα αστέρια, (ακόμα και με τα γυαλιά του διαβόλου (!) της εικονικής πραγματικότητας στην παράσταση), η γη πια δεν αρκεί. Τίποτα μάλλον δεν αρκεί μπροστά στην προβολή ενός νέου «για πάντα», τίποτα δεν κρατάει την φαντασία στο παρόν, και το παρόν εμποδίζει. Απορείς ποιος είναι ο αδελφοκτόνος, αυτός που εμποδίζει ή που εμποδίζεται να δει; Ο Κάιν, ο πρώτος άνθρωπος που έφερε το θάνατο στη γη, είναι αυτός που έφερε και το μεγάλο δώρο. Τη μεταφυσική, την τελική ατένιση του κόσμου, αυτήν που μας ενώνει στο θάνατο και όχι στη ζωή. Αυτήν που ενστάλαξε μέσα στην ψυχή του λόρδου Βύρωνα, την τελική πράξη θανάτου μόλις, στην καύση του πνευματικού του αδερφού Πέρσυ Σέλεϊ, ένα χρόνο αργότερα.
Μετά την μητέρα, τον πατέρα, τον ερωμένο, την 4χρονη κόρη του και τον Πέρσυ, οι πύλες του Αδη μπορούν πλέον να ανοίξουν, λίγο πριν έρθει στην οριστική του αποστολή, ήδη συφιλικός αλλά και ρωμαλέος, για να ηγηθεί μιας μεταφυσικής, όπως αποδείχτηκε επανάστασης, αυτής του ελληνικού Αγώνα.

Ο Βύρωνας, ο Κάιν, γνωρίζοντας πως «στέρεψε μια άλλη πηγή της ανθρωπότητας πιο ήσυχης και ευγενικής», με τελικό προορισμό τη γη, το αλύτρωτο το γένος χαμένο μέσα στους ωκεανούς των άστρων, έφτασε στο όριο του ρομαντικού, κλείνοντας έναν βίο που έτσι πάλι αρχίζει, με τελευταία του κουβέντα, αυτήν που είναι η πρώτη.
«- ΚΑΙΝ: Ναι, αλλά εγώ…”—