Ο χαμένος παράδεισος της ετεροφυλοφιλίας
ή
Cock: μια in yer face μετα γκέη φαρσοκωμωδία
ή ένα έργο για την πούτσα
Από την Τζωρτζίνα Κακουδάκη, θεατρολόγο
Δεν θέλω να με ανέχονται: αυτό προσβάλλει τον έρωτά μου για τον έρωτα και την ελευθερία
Ζαν Κοκτώ
Είναι αλήθεια ότι βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε το πολιτικά ορθό πρέπει να επαναπροσδιοριστεί Παρατηρώ γύρω μου ότι έχουμε γίνει εξαιρετικά προσεκτικοί για το πώς ονοματίζουμε τα πράγματα, ώστε να μην βρεθούμε υπόλογοι ρατσιστικών συμπεριφορών, οπιστοδρομικότητας, μη αποδοχής της διαφορετικότητας. Στη σύγχρονη κοινωνία, αυτήν τουλάχιστον την μικρή φέτα της χειραφετημένης μικροκοινωνίας της ανεκτικότητας, φαίνεται πολλές φορές να ξεχνάμε ότι παρά τα πράγματα, τις ιδέες, τις ετερότητες και τις διαφορετικότητες που …μας ενώνουν απέναντι σε ένα οπιστοδρομικό, συντηρητικό, γεμάτο ταμπού κοινωνικό σχήμα, μπορεί να είμαστε θεμελιωδώς διαφορετικοί άνθρωποι. Τόσο που το ότι είμαστε gay, straight, λεσβίες, παχύσαρκοι, κοντοί, φαλακροί, γυναίκες, αριστεροί, μαύροι, εβραίοι, μετανάστες … (η λίστα είναι ατελείωτη) δεν μας κάνει να μοιάζουμε μεταξύ μας σε τίποτε, αν δεν μοιάζουμε σε κάτι μεταξύ μας.
ΤΖΩΝ Θες να μάθεις τι είμαι εντάξει εντάξει δεν ξέρω εντάξει… Γκέι στρέιτ, λέξεις από τη δεκαετία του εξήντα, ακούγονται τόσο παλιές, εφευρέθηκαν μόνο για να διεκδικήσουν δικαιώματα,και τώρα πια έχουμε δικαιώματα οπότε…Είναι απαίσιες απαίσιες λέξεις το τί σου προξενούν πώς σε μπλοκάρουν.
Αυτό είναι ένα από τα βασικά θέματα του έργου Cock του Μάικ Μπάρτλετ. Cock δηλαδή πούτσα, μιας και το έργο αφορά κατά αρχήν την διεκδίσηση και κατοχή της και από τα δύο φύλα. Cock, όπως λέμε πετεινάρι μιας και η διεκδίκηση του άλλου γίνεται μια εκτεταμένη κοκορομαχία, ένα παιχνίδι επαλήθευσης των κεκτημένων. Cock, όπως σαχλαμάρα, μιας και οι άνθρωποι λένε πολλές αβάσιμες σαχλαμάρες προκειμένου να βρουν το δίκιο τους, όταν δεν το έχουν. Σε κάθε περίπτωση μιλάμε εδώ για ένα έργο μετα gay , όπου οι παλιοί ορισμοί της δεκαετίας του 60, οι πρόσφατες σχετικά ταμπέλες επαναπροσδιορίζονται και σχολιάζονται από τον νεαρό τους συγγραφέα, θυμίζοντας ότι η προσπάθεια να φύγεις από το σύστημα ελοχεύει πάντα τον κίνδυνο να δημιουργήσεις ένα άλλο. Αυτή η τυρανία του αδύναμου, κατά την έκφραση του Σοπενάουρ, προσδιορίζει εκ νέου τις ανθρώπινες σχέσεις.
ΤΖΩΝ και τώρα ξέρω το ξέρω ότι σημασία έχει το τι άνθρωπος είναι. Όχι αν είναι άντρας ή γυναίκα αλλά τι είδους άνθρωπος είναι. Τι κάνει. Γιατί δεν το’λεγε κανένας αυτό; Νόμιζα νόμιζα ότι η γενιά σας ήθελε ακριβώς αυτό. Ειρήνη. Αγάπη. Γιατί λοιπόν μου λες πως το με τι κοιμάμαι είναι πιο σημαντικό από το με ποιον άνθρωπο κοιμάμαι;
Ο συγγραφέας στο έργο τα βάζει με κοινωνικές και βιολογικές παραδοξότητες. Οι ήρωές του ενστερνίζονται μόνο ό,τι τους εξυπηρετεί ή έχουν εν λευκώ αποδεχτεί για να ισχυροποιήσουν το στάτους τους μέσα στην απαρχαιομένα σύγχρονη κοινότητα. Γεμάτοι μικροαστικά κατάλοιπα, μικροπρέπειες, χειριστικές συμπεριφορές και συναισθηματικούς εκβιασμούς, κονταροχτυπιούνται με τους ορισμούς.Τι είναι σωστό και τι λάθος; Διεκδικώντας το δικαίωμα να είμαστε διαφορετικοί γίναμε ίδιοι διαφορετικοί. Βάζουμε νέες εναλλακτικές ταμπέλες που αισθανόμαστε την υποχρέωση να αποδεικνύουμε σχολαστικά, να είμασε πάντα αποτελεσματικοί, να μπορούμε να δίνουμε ακριβείς, αμετάκλητες και γρήγορες απαντήσεις για τη νέα μας ταυτότητα.
Το έργο έχει πολλές ενδιαφέρουσες αναγνώσεις. Ο μόνος μέσα στο έργο που έχει όνομα είναι ο πρωταγωνιστής- μήλο της έριδας, Τζων. Αυτός, με το όνομα, είναι ο μόνος μη προσδιορισμένος στο έργο. Οι άλλοι παίχτες παίζουν από θέσεις ασφαλείς. Είναι ο Άντρας, η Γυναίκα, Ο Πατέρας. Ξέρουμε τι θα πούνε: κάτι που αν το άκουγε ένας συντηρητικός μεσήλικας θα σοκαριζόταν από την ΄κατάντια΄ των σύγχρονων σχέσεων. Χωρίς σκηνικά και κοστούμια, χωρίς ονόματα, χωρίς φαγητά, μυρωδιές, φιλιά, αγγίγματα, έρωτες και γυμνά, ο θεατής κλίνεται να παρακολουθήσει μια τεράστια σκέψη, πολύχρονη, πολυδιάστατη, προκλητική για το τί σημαίνουν τα φύλα και οι ταυτότητες σήμερα. Πολύ σύντομα καταλαβαίνει ο θεατής ότι το θέμα δεν είναι τα φύλα αλλά οι άνθρωποι. Το θέμα είναι ποιόν αφήνουμε να μας συμπεριφέρεται σαν να είμαστε σκουπίδι, ποιόν προδίδουμε, ποιός μας υποστηρίζει σα να είμαστε ένα ζήτημα ζωής και θανάτου, πότε δικαιούμαστε να παίζουμε με τα αισθήματα των άλλων, πότε τα πράγματα είναι δεδομένα, πώς επιλέγουμε να διαλέγουμε εμείς πρώτοι, ποιός ακολουθεί και τι λόγο έχει, πώς η αδυναμία μας γίνεται τόσο ισχυρό όπλο, πώς πληγώνει η αδράνεια.
Ο Τζον παρασύρεται σε εμπειρίες που δεν έχει φανταστεί. Μέσα σε μια σχέση με τον Α (άντρα) που τον καταπιέζει από την πολλή του αγάπη, γνωρίζει την Γ (υναίκα), έχοντας μια παρθενική εμπειρία μαζί της, μια εμπειρία σχεδόν μεταφυσική, εμπειρία πρωτοπλάστων.
Η σχέση του με μια γυναίκα φαίνεται ακατανόητη. Το είδωλο της κοινωνάις έχει αντιστραφεί. Η αγάπη που δεν μπορεί να πει το ονομά της, είναι μια παραδοξότητα που δενε είχε φαντασεί ποτέ ο φίλος Όσκαρ Ουάλντ 110 χρόνια μετά. Όλα φαίνεται να έχουν αλλάξει. Η κοινότητα των σύγχρονων συντονισμένων στην πραγματικότητα και τον ρασιοναλισμό (!) ανθρώπων έχει απαντήσεις για πλήθος θεμάτων. Ο Π(ατέρας), που έρχεται να υπερασπίσει την προοδευτική κοινωνία που μας παραδίδει είναι σαφής και ξεκάθαρος:
Π …Ναι, φυσικά πιστεύω ότι αλλάζουμε στη ζωή μας, εξελισσόμαστε μέχρι ενός σημείου από χρόνο σε χρόνο, αλλά δε μπορούμε να αρνηθούμε ότι κάποια πράγματα είναι θεμελιώδη κάποια πράγματα είναι στο dna. Η φαλάκρα ή το ύψος ή οι σεξουαλικές προτιμήσεις. Γεννιέσαι μ’αυτά. Δεν επιλέγεις. Θέλω να πω, αν δεν το αποδεχτεί κανείς αυτό γυρνάμε πίσω σε τι, πώς ήταν τα πράγματα όταν έγω μεγάλωνα, κατηγορίες, φυλακή, θεραπείες,ε; Πριν την δική σου εποχή, αλλά εγώ το θυμάμαι, νόμιζαν ότι κάτι είχε πάει στραβά με έναν άνθρωπο αλλά δεν τα πιστεύουμε πια αυτά, δεν πιστεύουμε ότι κάτι στράβωσε ούτε πιστεύουμε ότι έχεις επιλογή, πιστεύουμε ότι όλα εξαρτώνται από τις χημικές ενώσεις μεσα στο κεφάλι σου, πάνε προς τη μια κατεύθυνση σου αρέσουν τα κορίτσια, πάνε προς την άλλη σου αρέσουν οι άντρες και τα λοιπά. Έτσι γεννιέσαι.
Όχι; Σωστά δεν τα λέω; Ε;
Μετά τις μετρήσεις των ομοφυλοφίλων από τους ετερόφιλους, όπως προσδιορίστηκε με την κλίμακα του Kinsey στην μεταπολεμική Αμερική, η συχνότητα της σεξουαλικής συμπερφοράς εγκαταλήφθηκε για να επικρατήσουν τα απόλυτα σημεία μέτρησης,της επινόησης μιας απόλυτης σεξουαλικής ταμπέλας. Είσαι ή το ένα ή το άλλο.
Οι άνδρες δεν αντιπροσωπεύουν δυο διαφορετικούς πληθυσμούς, τους ομοφυλόφιλους και τους ετεροφυλόφιλους. Ο κόσμος δεν πρέπει να χωρίζεται σε αρνιά και κατσίκια… Είναι ένα βασικό στοιχείο της ταξινομίας και η φύση σπάνια έχει να κάνει με διακεκριμένες κατηγορίες … Ο ζωντανός κόσμος είναι ένα συνεκτικό σύνολο όλων του των διαστάσεων. Καθώς δίνουμε έμφαση στο συνεκτικό σύνολο των διαβαθμίσεων μεταξύ των αποκλειστικά ετεροφυλόφιλων και και αποκλειστικά ομοφυλόφιλων ιστοριών, έχει γίνει επιθυμητό να δημιουργηθεί ένα είδος κατηγοριοποίησης που θα μπορεί να βασίζεται σε σχετικά σύνολα ομοφυλόφιλων και ετεροφυλόφιλων εμπειριών ή αντιδράσεων σε κάθε ιστορία…Σε κάθε άτομο μπορεί να ανατεθεί σε μια θέση πάνω στην κλίμακα για κάθε περίοδο της ζωής του…Μια κλίμακα εφτά βαθμών έρχεται ποίο κοντά στο να δείξει τις πολλές διαβαθμίσεις που στην πραγματικότητα υπάρχουν. (Κίνσεϋ 1948)
Ο Τζων ενώ πιέζεται από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη της παρέας να επιλέξει το ένα ή το άλλο, φαίνεται να αντιλαμβάνεται μια πιο αρχετυπική, πιο βαθιά πολιτισμική ουτοπία: τον χαμένο παράδεισο. Μετά από ένα εξαντλητικό δείπνο, ένα καθαρτήριο των προθέσεων και των ψυχών όλων των χαρακτήρων του έργου, ο Τζων βρίσκεται στο πιο αναλείωτο, και μη αναμενόμενο από τις κοινωνικές περιγραφές, δίλημμα: επιθυμία ή ασφάλεια, πάθος ή αγάπη, καινούργιο η παλιό, στη φύση ή στον κόσμο, γυναίκα ή άντρας;
Η Γ είναι στον κήπο. Ο Α είναι στο σπίτι. Η Γ προσφέρει ένα παλτό. Ο Α ένα τσιζ κέηκ. Οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί, τόσο που όταν η Γ τον προκαλεί, το ‘λαϊκό ανάγνωσμα’ καταφέρνει να ακουστεί ξανά, μετά την κρίση της οικογένιας, ωραίο:
Γ … εγώ φορώντας το πουκάμισό σου σ’ένα ξενοδοχείο στο Παρίσι να τριγυρίζω κι εσύ να χαζεύεις τι κρύβεται ανάμεσα στα πόδια μου, όλα αυτά και όλα τα υπόλοιπα για το μέλλον όλα φεύγουν, όλα πάνε, εγώ έγκυος να τρώω μπισκότα και μετά στο κρεββάτι στο μαιευτήριο, όλα αυτά που μου περιέγραφες, όλα αυτά που ονειρευτήκαμε, εσύ να κρατάς το χέρι μου και να γεννιέται ο Τζακ και να μεγαλώνει και αργότερα η Κάθριν και αργότερα τα δικά τους παιδιά , και τα έξι, όλα συγκεντρωμένα για να μας δουν, όλοι μας γύρω απ’το χριστουγεννιάτικο τραπέζι ε; Χαμογελάμε όλοι και’γω ακόμα είμαι κούκλα παρόλο που είμαστε γέροι, και τα πάντα μεταξύ μας είναι πανέμορφα μέχρι να πεθάνουμε μαζί και αγαπημένοι, όλα αυτά εξαφανίζονται τώρα και σένα θα σου μείνει μόνο αυτός. Μόνο αυτός.
Και απάντηση δεν υπάρχει. Αλλά υπάρχει πραγματικότητα. Οι άνθρωποι, ως μοναδική νομοτέλεια που διαρκεί, φαίνεται να υπακούνε συνήθως σε αυτό που συνηθίζεται. Είναι ο τρόπος του κόσμου, ή μήπως αυτή είναι η πιο έγκυρη βιολογική διαπίστωση του έργου;
Α Τα βλέπεις, να η φύση σου. Βγαίνει στην επιφάνεια.
Αυτό είναι στα γονίδιά σου.
Η τεμπελιά.
Στα γονίδιά σου.
Να ένα καινούργιο έργο που μιλάει για τα πράγματα ξανά, που βυθίζει το μαχαίρι, που αντιστέφει τον καθρέφτη. Πολλές φορές σκέφτηκα ότι αν στο έργο αυτό παίζανε τα ΄παραδοσιακά φύλα΄, αν ας πούμε ένας άντρας απατούσε τη γυναίκα του με μια άλλη γυναίκα ή μια γυναίκα τον άντρα της με έναν άλλο θα είχαμε μια φαρσοκωμωδία του 19ου αιώνα. Αν ο ήρωας μπορούσε να διαλέξει γρηγορότερα, με ένα ισχυρό τίμημα, θα είχαμε ένα κείμενο σαν αυτά της δεκαετίας του 90, σκληρό, μέσα στο μικροσκόπιο της κυνικής ζωής. Και σήμερα; Μπορούμε ίσως να μιλήσουμε για εμάς ξανά, για τους πραγματικούς αποδιοργανωμένους ανθρώπους, εκεί που παλεύουν οι ψυχές ως μοναδικές πραγματικότητες.
Α Πήρες μια απόφαση πια.
Δεν μπορείς να κάνεις πίσω.
Με αφορμή την παράσταση Cock του Μάικ Μπάρτλετ, Θέατρο Θησείον, σκηνοθεσία Κατερίνα Ευαγγελάτου 2011 (στο πρόγραμμα της παράστασης)