Ένα δημιούργημα πολλών δημιουργών
Από την Τζωρτζίνα Κακουδάκη- θεατρολόγο
«Έχουν ξαναγραφτεί πολλά πράγματα εκτός από την ιστορία μας. Όλα όσα έγιναν σε τούτο τον κόσμο γράφτηκαν και ξαναγράφτηκαν εκαντοτάδες φορές και κανένας δεν σκέφτηκε ποτέ να διαπιστώσει τι έγινε στην πραγματικότητα Απ’ τα πολλά ξαναγραψίματα της ιστορίας τους οι άνθρωποι τα ΄χουν χάσει και δεν ξέρουν καλά καλά ποιοί είναι.»
(Ιάκωβος, πράξη Γ΄, Σκηνή 1, μτφ. Αμαλία Τσακνιά)
Βασισμένος στο μυθιστόρημα Ζακ ο Μοιρολάτρης του Ντενί Ντιντερό του 1771, όπου δύο πρόσωπα αφηγούνται ο ένας στον άλλο τις ερωτικές τους περιπέτειες- με τα πρόσωπα των ιστοριών να ενσαρκώνονται μπροστά τους- σε ένα συμπόσιο εξυπνάδας, χιούμορ και φαντασίας, ο Μίλαν Κούντερα παραλλάσει για τη σκηνή το έργο ως Ο Ιάκωβος και ο Αφέντης του στα Τσέχικα το 1971, το ξαναγράφει στα γαλλικά το 1981 και το αναθεωρεί στην γαλλική έκδοση το 1990. Σε ένα έργο που γράφεται και ξαναγράφεται συναντά ο διαφωτισμός το μπεκετικό σύμπαν, η γαλλική επανάσταση την άνοιξη της Πράγας, ο μυθιστορηματικός αποσπασματικός λόγος το θέατρο εν θεάτρω, η αμφισβήτηση της αυθεντίας τη δήλωση της παγκόσμιας αστάθειας. Θέμα τόσο επίκαιρο με τις πρόφατες παγκόσμιες εξελίξεις, ώστε να επαναφέρει σχεδόν ακέραια την ανάγκη ενός φαντασιακού πολιτικού λόγου, την υποχρέωση να αποποιηθούμε την ψευδαίσθηση της πραγματικότητας.
Αυτή η συνεχής παραλλαγή στο ίδιο θέμα, η ζωή ως τεράστιο αστείο, επαναλαμβανόμενη από τα μέλη του ανθρώπινου είδους, κάνει το έργο ανοιχτό σε ερμηνείες, παρεμβολές, ακόμα και σε αυθαιρεσίες του βασικού καμβά. Έργο κατάλληλο για μια ομάδα που θέλει να διαμορφώσει ένα προσωπικό στίγμα πολυφωνίας.
Η ομάδα ΟPERA έχει εισάγει το ελληνικό κοινό, στα τέσσερα χρόνια παρουσίας της στην Αθηναϊκή σκηνή, σε έναν ιδιαίτερο «κόσμο» πολύ διαδεδομένο στις νεανικές σκηνές της Ευρώπης: του μουσικού θεάτρου, όπου ο λόγος, η μουσική, το τραγούδι, η κίνηση είναι κομμάτια μιας εναλλασόμενης παρτιτούρας και δεν υπακούουν σε μια δεδομένη ιεραρχία. Μετά τις Σοφολογιότατες του Μολιέρου και το έργο Κοίτα με– μια σύνθεση από μονόπρακτα Ελλήνων και ξένων συγγραφέων και σονέτων του Σαίξπηρ- η ομάδα, σε συμπαραγωγή με το πάντα ανήσυχο καλλιτεχνικά ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Πάτρας παρουσίασε το Ο Ιάκωβος και ο Αφέντης του.
Η παράσταση εξελίσσεται μποστά σε μια τεράστια road movie τοιχογραφία (φωτογραφία του Νίκου Ξανθόπουλου) δημιουργώντας μια ρεαλιστική αυταπάτη που επαναλαμβάνεται σε μορφή κομματιών από παζλ ένα επίπεδο πιο μπροστά. Σε αυτές τις γλυκές κοιλότητες διαλύονται και ξανασυντίθονται οι ηθοποιοί: ο Κώστας Κορωναίος (Ιάκωβος) εκτός βαρύτητας –με σώμα χωρίς κόκκαλα και λόγο χωρίς όρια- και ο Λεονάρδος Μπατής (αφέντης) με ένα ειδικό βάρος ανάμεσα στον εξπρεσσιονισμό και την παρωδία του «καλού θεάτρου». Και μαζί τους, σε ένα συνοθύλευμα αισθήσεων, της πάντα σημειολογικά τονισμένης και ευφάνταστης μουσικής αφήγησης ή στίξης του Θοδωρή Αμπαζή, της τολμηρής, αποκαλυπτικά ενεργειακής και αδιάκοπης χορογραφίας της Μαριέλας Νέστορα, της πανδαισίας των χρωμάτων, της υφής, του ύφους και των σχεδίων των ρούχων της Ιωάννας Τσάμη, του επίμονα ατμοσφαιρικού φωτισμού του Αλέκου Αναστασίου έρχονται μέσα από έναν άπειρο χώρο όλα αυτά τα άυλα αλλά πολύ αληθινά πλάσματα, δημιουργήματα εύπλαστα στην φαντασία που τα εφεβρίσκει: Η Τζωρτζίνα Δαλιάνη, παρουσία πάντα εκρηκτική και αέρινη, η Ασπασία Παπαιωσήφ με όλη της την ύπαρξη άνευ όρων διαθέσιμη πάνω στη σκηνή, η γειοτική Δανάη Σαριδάκη, η ακριβής Φανή Παναγιωτίδου, ο Γιώργος Στάμος με τον ρομαντικό ενθουσιασμό της πρώτης του φοράς, η Μαρία Βασιλάκη, που υπογράφει τα εύστοχα σκηνικά της παράστασης, σε μια παράταξη μουσικών και υποκριτικών ικανοτήτων.
Οι όποιες παρατηρήσεις για την κάπως ξεκούρδιστη ροή της ιστορίας και την συστηματική αποφυγή να βουτηχθεί το έργο στο χάος της φαντασίας, της επανεκίννησης της ίδιας ιστορίας, της έκρηξης της ελευθερίας, επισκιάζονται από την συνολική αίσθηση που αφήνει η παράσταση: αίσθηση συγκεκριμένης ασάφειας, μιας ανθρώπινης παρτιτούρας όπου ο λόγος και η κίνηση υποκαθιστούν τις νότες. Μπορεί στην σκηνοθετική ενορχήστρωση του Θοδωρή Αμπαζή, να μην αντιλαμβάνεσαι όλες τις νότες μαζί, βιώνεις όμως μια συνεχή διέλευση συναισθημάτων που μετά από πολλές επαναλήψεις σε ψυχαγωγεί. Όπως και η ζωή.
Προς το τέλος λέει ο Ιάκωβος: «Μικρέ και αγαπημένε μου αφέντη, δεν ξέρουμε ποτέ για πού πηγαίνουμε…». Ούτε εμείς ξέρουμε που πάτε παιδιά αλλά λέμε να σας ακολουθήσουμε.
Με αφορμή την παράσταση Ο Ιάκωβος και ο Αφέντης του ου Μίλαν Κούντερα, ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας – Ομάδα Μουσικού Θεάτρου OPERA, 2004, σκηνοθεσία Θοδωρής Αμπαζής
Δημοσιεύτηκε στην αθηναϊκη εφημερίδα The daily times στις 24 Φεβρ.2004