Ρωμαίος και Ιουλιέτα
Ξανά η ίδια ιστορία
Από την Τζωρτζίνα Κακουδάκη, θεατρολόγο
Όμως η ιδανική Ιουλιέττα κάποιας καλύτερης πραγματικότητας κλείνει τον ομοαίματό μου πλαστό Ρωμαίο το ψηλό παραθύρι της λογοτεχνικής συνέντευξης. Υπακούει στον πατέρα της κι αυτός υπακούει στον δικό του. Η ρήξη ανάμεσα στους Μοντέγους και τους Καπουλέτους διαιωνίζεται, η αυλαία πέφτει μπρος από αυτό που συνέβη, κι εγώ γυρίζω σπίτι, σ΄αυτό το δωμάτιο, με τη φρικτή σπιτονοικοκυρά που λείπει, τα παιδιά που βλέπω σπανίως, τους συνάδελφους που δεν θα δω πριν από αύριο το πρωί- με το γιακά του υπαλληλικού μου σακακιού σηκωμένο χωρίς προσχήματα στο λαιμό ενός ποιητή, με τις μπότες μου που αγοράζω πάντα από το ίδιο μαγαζί, γυρίζω αποφεύγοντας ασυνείδητα τις λακκούβες από κρύα βροχή, γυρίζω ακαθόριστα ενοχλημένος που ξέχασα και πάλι την ομπρελά μου και την αξιοπρέπεια της ψυχής μου.
Fernando Pesoa, Τo βιβλίο της ανησυχίας, εκδ. Eξάντας, μτφ.Μαρία Παπαδήμα
Τα ερωτήματα
Το απόκομμα της εφημερίδας είναι συγκλονιστικό: δύο ερωτευμένοι έφηβοι, ένα κορίτσι και ένα αγόρι, στην Κρήτη του 2007[1], αυτοκτονούν μαζί γιατί η κοινότητά τους δεν εγκρίνει την σχέση τους. Είδηση που σοκάρει αν και, ταυτόχρονα, γίνεται απολύτως κατανοητή, ως προς την πρόθεση και την ευκολία της.
Αυτού του είδους οι μοιραίες πράξεις, επανέφεραν συνεχώς στο μυαλό μας, όταν σκεφτόμασταν τον πυρήνα της παράστασης του νέου Κόσμου Ρωμαίος και Ιουλιέττα, αρχετυπικά ερωτήματα: είναι η αυτοκτονία λύση; Eίναι ο έρωτας μια τόσο απόλυτη διαδικασία; Οι επιλογές μας καθορίζονται από τις κοινωνίες που ζούμε; Πόση δύναμη ασκεί η εξουσία, συγκεκριμένη ή αφηρημένη, για την διαχείρηση των προσωπικών μας επιλογών; Ο έρωτας είναι κινητήριος δύναμη ή δικαιολογία για την φυγή από την ζωή; Πόσο γενναίες είναι οι αποφάσεις μας , όταν προσδιορίζονται από τα συναισθήματά μας; Υπάρχει μοιραία επιλογή; Θα μπορούσε να υπάρχει άλλη λύση; Και τελικά, η ιστορία του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας είναι μια ιστορία αρχετυπική ή μια ιστορία που δημιούργησε ένα λογοτεχνικό αρχέτυπο; Βιώνουμε τον ρομαντικό έρωτα, με άρχη και τέλος αλλά χωρίς διάρκεια, επειδή έτσι είναι ο έρωτας ή επειδή τα λογοτεχνικά του πρότυπα μας έδωσαν ένα είδος εγχειριδίου για αυτόν; Υπάρχει ιδανικός έρωτας;
Η ιστορία. Ξανά.
Το έργο εστιάζει σε ένα νεαρό αγόρι, τον Ρωμαίο, που στην τρυφερή του ανηλικίωση (sic) θέλει να ερωτευτεί. Και ερωτεύεται τον έρωτα, όπως οι φίλοι του τα όπλα. Ένας νέος με πολιτικές ευθύνες,- ο μπαμπάς του είναι άρχοντας στην πόλη με κεκτημένα δικαιώματα-, που θα κληθεί σύντομα να πάρει αποφάσεις εξουσίας και να διαχειριστεί την πολιτική του δύναμη, και μάλιστα για ένα θέμα ζωής και θανάτου: την από καιρό συνεχιζόμενη βεντέτα με τον άλλον άρχοντα της πόλης, τον αντίπαλο των συμφερόντων του και του αίματός του. Αλλά το αγόρι είναι με κάποιον τρόπο emo, ερωτευμένο με κάθε κατάσταση φυγής, μεγαλωμένο μέσα από τα αρενωπά ιδανικά, όπως τα λένε τα βιβλία, για να ξεφύγει, να ξεγελάσει την ενηλικίωση του αρσενικού, προσχεδιασμένη από την καταγωγή του για να γίνει μια μηχανή τρόμου αντί αγάπης, ερωτεύεται τρυφερά, σαν κορίτσι. Αλλά το κορίτσι των πλατωνικών του πόθων, η Ροζαλίντα, θέλει να μείνει ενάρετη. Τι βολική συνθήκη για έναν νέο τόσο ονειροπόλο, τόσο άπραγο. Πόσος πολύς έρωτας χωρίς κανένα φόβο να σαρκωθεί.
Στην άλλη οικογένεια, ένα άλλο κορίτσι, η Ιουλιέττα. Μεγαλωμένο μέσα στο σπίτι, για να μείνει άβουλο και αγνό. Και το κορίτσι διαβάζει βιβλία, και ερωτεύεται τις λέξεις, γίνεται έξυπνο μέσα από αυτές και μόνο οι λέξεις, αφού οι πράξεις δεν επιτρέπονται, γίνονται τα όπλα της. Ένα κορίτσι λάφυρο που μεγαλώνει για να θυσιαστεί στον γυναικείο ρόλο των στερεοτύπων: να γίνει μια σύζυγος χωρίς σχεδόν ακόμα μήτρα, στα 14 της, κάποιου που δεν θα επιλέξει, ενός άντρα βιαστή.
Εκεί ξεκινούν οι συνθήκες αυτής της λυπηρής ιστορίας. Δύο παιδιά εγκλωβισμένα, που δεν φαίνεται να έχουν σημεία διαφυγής εκτός από …το μυαλό τους. Μέσα στο μυαλό τους ερωτεύονται, μέσα στο μυαλό τους φαντάζονται πώς θα είναι το πρώτο τους φιλί, μέσα στο μυαλό τους φαντάζονται τον υπόλοιπο κόσμο, απαγορευμένο και αυστηρά οξυγονωμένο από παρεμβολές και μολύνσεις. Για αυτόν τον λόγο στην σημερινή παράσταση , οι κοινωνικές τους συναναστροφές, από την κουβερνάντα και τον παπά, τον πατέρα και την μάνα εναλλάσονται , μιας και όλα αυτά τα πρόσωπα, επειδή στην πραγματικότητα είναι πολύ πραγματικά, υπαρκτά, δεν έχουν βαρύτητα για τους πρωταγωνιστές της ιστορίας. Όλοι αυτοί αποτελούν τον κόσμο, και ο κόσμος, ως βιωμένη συνθήκη, δεν φαίνεται να απασχολεί αυτά τα λογοτεχνικά πλάσματα. Κινείται γύρω τους πάντα, τους παρακολουθεί, δημιουργεί έναν κλοιό, άλλοτε υπαινικτικό, άλλοτε αποπνικτικό, που υπογραμμίζει στους θεατές την ύπαρξή του και την απειλή που φέρει. Γαι τους νεαρούς ερωτευμένους, αποτελούν μόνο εμπόδια στον έρωτά τους, έμπευση για να χυθεί και άλλο μελάνι μονολόγων. Στο πρώτο τους φιλί οι ήρωες μας επικυρώνουν την λογοτεχνική τους διάσταση, ως ήρωες που διαβάζουν πολλά βιβλία αλλά αποτελούν ένα βιβλίο και οι ίδιοι, και διαπιστώνουν: «Φιλάς με ρίμα».
Η οπτική του ονειροπόλου
Διότι η οπτική του ονειροπόλου διαφέρει από αυτήν του ανθρώπου που βλέπει τα πράγματα. Στο όνειρο η μάτια δε καρφώνεται όπως στην πραγματικότητα, πάνω σε σημαντικές η ασήμαντες πτυχές ενός δεδομένου αντικειμένου. Το μόνο σημαντικό είναι αυτό που ο ονειροπόλος βλέπει. Η αληθινή πραγματικότητα του αντικειμένου είναι ίσα ίσα ένα τμήμα του, το υπόλοιπο δεν είναι παρά το βαρύ τίμημα που πληρώνει στην ύλη , σε αντάλλαγμα για την ύπαρξη του στο χώρο.
Fernando Pesoa, Τo βιβλίο της ανησυχίας, εκδ. Eξάντας, μτφ.Μαρία Παπαδήμα
Ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα συναντιούνται στο σκοτάδι, στο άχρονο χρόνο, τον χώρο των ονείρων και τω βαθιών επιθυμιών, σε μια πραγματικότητα μετεχμιακή. Σκοτάδι στο πάρτυ, μάτια πίσω από μάσκες, σκοτάδι στο ημίφως του μπαλκονιού, σκοτάδι στην γοτθική εκκλησία, σκοτάδι στο παράνομο και όμως γαμήλιο κρεβάτι τους, σκοτάδι στο μέρος του κοινού θανάτου τους. Και ενώ την ημέρα συμβαίνουν όλες οι οδυνηρές εξελίξεις, γεμάτες κανόνες, απαγορεύσεις και απώλειες, μένει πάντα η νύχτα, που ασημίζει κάτω από το φως ενός άλλου πλανήτη, να δυναμώνει τους παλμούς της ζωής, τις επιθυμίες, την αιώνια τάση του ανθρώπου για ελευθερία.
Η ερωτική ιστορία των νέων ολοκληρώνεται. Η επιθυμία τους ενώνεται. Οι δύο τους γίνονται ένα. Με μία πένθιμη νότα, με την τιμωρία ενός φόνου πάνω από τα κεφάλια τους, με την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου να βαραίνει την ψυχή, με την τιμωρία της εξορίας, του αντικειμενικού και απρόσβλητου χωρισμού που παραμονεύει, οι δύο νέοι ενώνονται σαρκικά. Τώρα τους δένει μεταξύ τους το αίμα. Είναι αυτός ο έρωτας η χαρά της ζωής, όπως λένε τα βιβλία; Είναι μια ιεροτελεστία για το τέλος, όπως λένε συχνά οι αυτόχειρες; Πάντως είναι σίγουρο ότι στην περίπτωσή τους είναι μια τελετουργία ενηλικίωσης. Αυτός θα φύγει από το σπίτι του για να ζήσει μόνος,και μάλιστα ως κακοποιό στοιχείο, αυτή θα παντρευτεί και μάλιστα όπως πρέπει: με κάποιον που δεν γνωρίζει καν αλλά τον γνωρίζει ο πατέρας της.
Οι μεγάλοι παρεμβαίνουν. Δεν είναι όμως ποτέ ισότιμοι, για αυτό δεν έχουν πραγματική εξουσία πάνω στις ψυχές των νεότερων αυτών πλασμάτων. Μα όμως και οι φίλοι του Ρωμαίου, σαρκικοί, πραγματικοί, τρυφεροί, δεν φαίνεται να τον αποσπούν από τον στόχο του: να ξεφύγει από την πραγματικότητα. Από την πραγματικότητα , με την μορφή της εξορίας, καταφέρνει να φύγει μόνο όταν την κατακτά, από την πρώτη και καταλυτική του πράξη: να σκοτώσει τον μόνο ως τότε ισότιμό του, τον Τυβάλδο, τον μελλοντικό του αντίπαλο. Και όταν ο Ρωμαίος φύγει από την πραγματικότητα (της Βερόνας) η Ιουλιέτα θα μπει βίαια μέσα σε αυτήν: χωρίς φίλους, χωρίς συμπαραστάτες, ένα θύμα εξιλαστήριο που το αίμα της παρθενίας της θα ξεπλύνει τις αμαρτίες όλων. Στο τελευταίο τους φιλί έχουν μάθει ότι ο κόσμος είναι πραγματικός, γεμάτος πράξεις, γεμάτος λάθος στιγμές, μοιραίες επιλογές, παντοκρατορία τοης τυχαιότητας. Η ιστορία τους θα σφραγιστεί με μια αληθινή πράξη, μέσα στην αναπόδραστη πραγματικότητα: «Με ένα φιλί πεθαίνω».
Όλη αυτή η πολιτεία, είναι ντυμένη στο μετάξι. Υλικό αρχετυπικό, που το παρέχει η φύση αλλά έχει αξιοποιηθεί σε ακραίο βαθμό τεχνικής από τον άνθρωπο (όπως οι λέξεις και οι λέξεις του Σαίξπηρ), που πάντα συμβολίζει την εξουσία, την αιματηρή σύγκρουση (των λαών της ανατολής εκεί όπου το μετάξι είναι ό,τι και το χρυσάφι) και τον πλουτισμό, αλλά πάντοτε συνδεόταν με και την ποιητική έκφραση ενός ανώτερου πολιτισμού. Μετάξι για την εξουσία, μετάξι για την επιβολή, μετάξι για την τρυφερότητα. Μετάξι για τις εσωτερικές πτυχές, της ψυχής. Το ίδιο υλικό, σε όλες τις χρήσεις, ανάλογο με την ειδική σύσταση που ενώ είναι σε όλους ίδια, άλλοτε τερατώνεται και άλλοτε υποκύπτει στις συνθήκες της ζωής.
Και ωστόσο, το κείμενο, το λογοτεχνικό ντοκουμέντο, αυτό που έχει μείνει να ειπωθεί, είναι πάντα κυρίαρχη εικόνα «εγγεγραμμένη» στην παράσταση. Αυτά γινόντουσαν και γίνοται πάντα. Και κύρια παρακαταθήκη παραμένον οι λέξεις, που πάντα αντιστέκονται στις πράξεις, που επιβάλουν την ποίηση ως δύναμη που μπορεί να υπερβεί τα γεγονότα. Και η αυτοκτονία της Κρήτης, φαίνεται ξανά και ξανά, μια πράξη αποτρόπαια ποιητική.
Η παράσταση
Τα ερωτήματα του έργου τα θέτει βέβαια όλα ο Σαίξπηρ, όχι εμείς. Εύκολα θα έλεγε κανείς σήμερα «Αυτά δεν συμβαίνουν σήμερα», τα πράγματα, τα ήθη, οι σχέσεις έχουν προχωρήσει. Μετά όμως θυμάται το περιστατικό της Κρήτης, ένα μόνο σε χιλιάδες όμοια περιστατικά που συμβαίνουν στην ιστορία του κόσμου, θυμάται τις ιστορίες του Ιράν, με τους δημόσιους λιθοβολισμούς των ερωτευμένων γυναικών, τις ομαδικές αυτοκτονίες των εφήβων στις σκανδιναβικές χώρες, την βεντέτα της Βόρειας Αλβανίας, που καταδικάζει ανθρώπους να ζουν πίσω από τα κάγκελα της αυλής τους για όλη τους την ζωή, για να μην φάνε την μοιραία σφαίρα, την ραγδαία φυγή των προβλημασμένων νέων με την χρήση χημικών ουσιών, όμοιων με τα δηλητήρια που παίρνουν οι πρωταγωνιστές του Σαίξπηρ.
Η ομάδα των ερμηνευτών, στις κοντινότερες δυνατές ηλικίες (επαγγελματιών ηθοποιών) με τις ηλικίες των νέων πρωταγωνιστών του έργου, είχε μια μεγάλη επιθυμία να αναμετρηθεί με τα «απαγορευμένα» μεγέθη ενός τέτοιου έργου: πώς φέρνεις στο σήμερα μια ιστορία τόσο παλιά, τόσο γνωστή, που δημιουργεί έναν τεράστιο ανταγωνισμό ανάμεσα στο ογκολιθικό κείμενο και την σκηνική του απόδοση; Πώς μιλιέται ένα κείμενο τόσο ποιητικό, με ρίμα, από μαι γενιά που (κατηγορείται ότι) έχει κατακερματίσει λεκτικά και οθονοποιήσει (εννοώ τα κινητά και τα laptop) σχεδόν κάθε συναισθηματική της έκρηξη; Πώς θα περάσει ένας νέος, άπειρος ηθοποιός, από την ακινησία (μπροστά στο δέος των λογοτεχνικών μεγεθών) στην κίνηση της σκηνής, στο εδώ και τώρα τς πράξης του θεάτρου ; Πώς ο Σαίξπηρ θα παραμείνει κλασσικός αλλά η παράσταση καινούργια; Πρόθεση υπήρξε πάντα, στην διαδικασία της κατασκευής της παράστασης, η έμφαση στην λεπτομέρεια. Την λεπτομέρεια των λέξεων (και από αυτές αφαιρέσαμε πολλές από αυτές που μας οδηγούσαν σε μια άλλη αισθητική και οπτική γωνία που χαρακτηρίζουν ένα θεάτρο που σήμερα φαντάζει πραγματικά παλιό), την λεπτομέρεια των σχέσεων, την λεπτομέρεια της ατμόσφαιρας, τις ποσότητες θεατρικότητας και αλήθειας που φέρει το έργο από την κατασκευτή του αλλά και από την αντοχή του στο σήμερα. Λεπτομέρεια για να διερευνηθούν οι μηχανισμοί που θα μας βοηθήσουν σήμερα να εξασφαλίσουμε την αξιοπρέπεια της ψυχής, την βιωμένη αλήθεια της σκηνής και της ζωής.
Και ενώ η ιστορία μένει αναλοίωτη, γιατί την πλοκή και την γραφή του Σαίξπηρ δεν μπορούμε να την υπερβούμε, μένει να αποδειχτεί αν η δική μας η γενιά μπορεί να μιλήσει για τον έρωτα και τον κόσμο με τόσο ωραίες λέξεις, αν η ιστορία παραμένει αναλοίωτη και ενδιαφέρον, αν η παράσταση θα πετύχει τους στόχους του συγγραφέα της. Ωστόσο, δεν έχουμε καμία ψευδαίσθηση: Όσες πονεμένες ιστορίες και να πούμε εμείς από τη σκηνή, σαν του Ρωμαίου και της Ιουλλιέτας δεν θα υπάρξει άλλη.
Με αφορμή την παράσταση Σαίξπηρ, Δωμαίος και Ιουλιέτα, Θέατρο του Νέου Κόσμου,2009-10, σκηνοθεσία Μίλτος Σωτηριάδης
[1] Βλέπε μεταξύ άλλων ethnos.gr 30/10/2007
Δύο νέα παιδιά αποπειράθηκαν να δώσουν τέλος στη ζωή τους επειδή δεν τους άφηναν να παντρευτούν. Δυστυχώς η ζωή προτίμησε να μιμηθεί το σαιξπηρικό «Ρωμαίος και Ιουλιέτα» παρά τον κρητικό Ερωτόκριτο, με το ευτυχές τέλος. Έτσι, το βράδυ της Δευτέρας στην Ιεράπετρα του νομού Λασιθίου, εξελίχθηκε μία ερωτική τραγωδία. Ένα νεαρό ζευγάρι, που όπως φαίνεται επεδίωκε να επισημοποιήσει τη σχέση του αλλά συναντούσε τη σθεναρή άρνηση των δύο οικογενειών, επέλεξε έναν τραγικό τρόπο για να δώσει τέλος στην αγωνία του.Έτσι, σύμφωνα με τις πληροφορίες και οι δύο πήγαν σε χώρο όπου η οικογένεια του νεαρού διατηρούσε ζώα και ήπιαν φυτοφάρμακο, με αποτέλεσμα ο 24χρονος να χάσει τη ζωή του, ενώ η σύντροφός του, μόλις 17 ετών, να βρίσκεται στο Νοσοκομείο Αγίου Νικολάου όπου οι γιατροί δίνουν μάχη για να κρατήσουν στη ζωή. Από το ρεπορτάζ προκύπτει ότι ο άτυχος Βαγγέλης και η Ειρήνη είχαν συγγενική σχέση (ήταν δεύτερα ξαδέρφια) με αποτέλεσμα οι οικογένειες να μην βλέπουν θετικά την σχέση τους. Μάλιστα, ο νεαρός είχε ειδοποιήσει συγγενικό του πρόσωπο για την επιλογή τους αυτή αμέσως μετά, αλλά όταν αυτός έσπευσε στο σημείο βρήκε τον μεν να κοίτεται νεκρός έξω από το αυτοκίνητό του, την δε κοπέλα σε κωματώδη κατάσταση εντός. Αμέσως μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο και διασωληνώθηκε, νοσηλευόμενη σε κρίσιμη κατάσταση σε μονάδα εντατικής θεραπείας.