Για την γλυκιά μελαγχολία της απραξίας…
”Έρχομαι να σας δω γιατί, κοιτάξτε, θα ήθελα να πάψετε να γυρίζετε αυτό το σήριαλ με θέμα τη ζωή μου. Ναι, θα ήθελα πραγματικά να διακόψετε το πρόγραμμά σας, ως εδώ ήταν, το ξέρω ότι με τραβάει κάμερα μέρα-νύχτα, όπου κι αν είμαι, ότι όλοι οι άνθρωποι που γνωρίζω, που συναναστρέφομαι, είναι ηθοποιοί που εσείς έχετε προσλάβει, ότι παίζουν όλοι ένα ρόλο που εσείς έχετε γράψει, ως εδώ, το έχω καταλάβει”…
Κάπως έτσι ξεκινάει το έργο του Frédéric Sonntag Υπό έλεγχο, φέρνοντας στο μυαλό μας σκηνές από μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες των τελευταίων ηθών όπως τo Truman Show ή Η συνεκδοχή της Νέας Υόρκης ή ακόμα και το Inseption…Μετά την δεκαετία του 2000 όπου όλοι παρακολουθούσαμε με κάμερες τι κάνανε οι άλλοι στα τηλεοπτικά realities, ήρθε η σειρά μας να μας παρακολουθήσουν. Μήπως παίζουμε και εμείς κάπου και δεν το ξέρουμε; Μήπως η εικόνα μας για το ποιός είναι στο κέντρο του σύμπαντος έχει αλοιωθεί; Μήπως είμαστε οι κομπάρσοι στην ιστορία ενός άλλου πρωταγωνιστή; Μήπως ήρθε πάλι η ώρα να έρθει στο μυαλό μας η αισχατολογική παιδική υπόθεση ότι, αντί για το κέντρο του κόσμου που νομίζουμε ότι είμαστε, είμαστε μέρος από τις τρίχες ενός γίγαντα; Και άρα τα όρια του κόσμου μας είναι μικροσκοπικά και εντελώς ασήμαντα για την μεγάλη εικόνα;
Αλλά έτσι γίνεται πάντα μετά τις περιόδους μιας αναγέννησης: ο άνθρωπος ξαναβουλιάζει σε έναν ηδονιστικό μηδενισμό…σε έναν μικροσκοπισμό, όπου η υπόστασή του είναι μηδαμινή επιτέλους, ο ευατός του είναι μια σκιά και παντού αυτός ο ίδιος είναι πάντα ένας άλλος, τρομαχτικός. Κανείς δεν έχει ταυτότητα, ιδιωτικότητα, δικαίωμα στην επιλογή…΄Ολοι παρακολουθούμαστε, ο Big Brother ήταν αλήθεια, είμαστε κάτοπτρα, καφρεφτίσματα των πιθανοτήτων της ζωής, αλλά όχι της ζωής της ίδιας…βουλιάζουμε σε μια θάλασσα πυκνών νεφών που οδηγεί στη γλυκιά μελαγχολία της απραξίας…
Ο άνθρωπος, πλέον πρισματική και διαθλασμένη οντότητα, σταματά να αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα στο σύνολο, υιοθετεί ρόλους αγνώριστους, γίνεται ένας κλώνος του εαυτού του, νομίζοντας κυρίως ότι ο ίδιος δεν είναι παρόντας, μπορεί να έχει το αδιανόητο προνόμιο της απουσίας, της μη ευθύνης …Αυτή η σύγχυση συνδυάζεται τέλεια με μια άλλη ψύχωση της εποχής μας, που λόγω των τόσο πολλών υποχρεώσεων, αλλά και των ακόμα περισσότερων προσωπικών επιθυμιών και φιλοδοξιών αποκτά τερτώδεις διαστάσεις: θα μπορούσα άραγε να είμαι ταυτόχρονα παντού; Και ακόμα και αν μερικές μου παραλλαγές ελέγχονται, μπορώ να κρατήσω το πρώτο μου εγώ στη σκιά, αλόβητο και ιδιωτικό;
Μέσα από τις πολλαπλές σκηνές-επεισόδια του θεατρικού έργου Υπό έλεγχο, που λειτουργούν σαν παράθυρα ανοιχτά σε ένα σύμπαν αποσπασματικής ολότητας, μερικής κατανόησης των πραγματών, μας δίνεται η δυνατότητα να ανακαλύψουμε τους διάφορους μηχανισμούς του μυαλού και της προβολής που κάνουμε στα θέματα που δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε ή να διαχειριστούμε. Η επαναδιαπραγμάτευση αυτού του κόσμου, στα συστατικά που τον διαρθρώνουν (πολιτική/θέαμα,φαντασία/πραγματικότητα…), είναι μια δύσκολη εργασία, γιατί τα πράγματα αποδεικνύονται θολά, σε πλήρη διάλυση και συνεπώς άκυρα.
Άνθρωποι σε συνεκδοχές, δίπλα σε παράθυρα, πίσω από πόρτες, μέσα στο σκοτάδι, μπροστά σε ένα καθρέφτη, πάνω από ένα μόνιτορ, δηλώνουν την απόγνωση της καταγραφής ενός κόσμου χωρίς σημασία, ενός κόσμου διαρκούς αναμονής και αυτοπαρατήρησης, ενός κόσμου ερήμωσης μέσα στην ακρίβεια του, που θέτει υπό έλεγχο την ανθρω πινη ψυχή, ήδη ματαιωμένη από καιρό και με συνέπειες αυτονόητες: μόνιμη παράνοια, διαταραχή ταυτότητας, σύγχυση μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, ανεξέλεγχτη βία.
Μια παράσταση του ενός φύλου, ε για να τονιστεί η έννοια της συνεκδοχής, σαν όλες οι γυναίκες να είναι μια, σε όλα τα πιθανά σενάρια, σε ό,τι περνάει από το μυαλό της να κάνει, όλες οι εν δυνάμει στιγμές της, όλα όσα είναι ικανή να κάνει αλλά δεν θα κάνει, σαν μια αέναη συζήτηση με τον παθητικό μας εαυτό… δώ γυναίκας, που το κοινωνικό της φύλο είναι το πιο καρτερικό και ιώβειο,
Και σε αντίθεση με το Truman Show που ο πρωταγωνιστής δεν σκέφτεται την αυτοκτονία, εδώ η ηρωίδα όχι μόνο την σκέφτεται, αλλά αγωνιά π ως θα μπορέσει να την απαθανατίσει ως μια έσχατη πράξη ηρωισμού, με την ελπίδα ότι ίσως αυτή η τελευταία αναλαμπή μπορεί να επαναφέρει στο τελευταίο λεπτό το ενδιαφέρον του κοινού, σε μια ταινία αφόρητα ανιαρή…
****To κείμενο γράφτηκε με αφορμή την παράσταση του έργου από την ομάδα “Προσοχή έργα” σε σκην. Μάριου Παναγιώτου, τον Μαιο του 2014 στο αμφιθέατρο της Παντείου